Σταματήσαμε εμείς και σταμάτησε ο κόσμος

Η φεμινιστική απεργία της 8ης Μαρτίου ήταν ένας θρίαμβος. Ο κοινωνικός διάλογος που πυροδότησε, μήνες ολόκληρους πριν από την πραγματοποίησή της, ήταν υπεράνω κάθε προσδοκίας.

Μάιος του 2017. Στη Μαδρίτη, συναντιούνται οι φεμινίστριες για να αξιολογήσουν τα αποτελέσματα της 8ης Μαρτίου. Είναι ευχαριστημένες. Το έργο της Επιτροπής για την 8η Μαρτίου -που είχε τον συντονισμό διάφορων φεμινιστικών οργανώσεων της πόλης, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της παραδοσιακής διαδήλωσης για τη Διεθνή Ημέρα της Γυναίκας- πήγε πολύ καλύτερα από το αναμενόμενο. Η συμμετοχή ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Στη Μαδρίτη, η Διεθνής Απεργία Γυναικών, που ξεκίνησε από την Αργεντινή και άλλες χώρες, ήταν μια μεγάλη επιτυχία. Το γεγονός προβλήθηκε από τα ΜΜΕ -καθώς πάρα πολλές γυναίκες, κυρίως στη Μαδρίτη, συμμετείχαν στις προγραμματισμένες πρωινές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις- πολύ περισσότερο από ότι περίμεναν.

“Ο κόσμος θέλει τον φεμινισμό”, σχολίαζαν κάποιες από τις φεμινίστριες που συμμετείχαν στη συνάντηση της αποτίμησης. “Η διαδήλωση έπρεπε να είχε απλωθεί σε πολύ περισσότερους δρόμους”, σημείωναν άλλες. Η ατμόσφαιρα αποπνέει τη χαρά τους για μια δουλειά που έγινε καλά και πέτυχε. Νιώθεις την επιθυμία τους να συνεχίσουν, να κάνουν κάτι παραπάνω από την παραδοσιακή επέτειο της 8ης Μαρτίου. “Του χρόνου, τι θα κάνουμε;” ρωτά η νεότερη. “Του χρόνου, θα συμμετέχουμε όλες στη φεμινιστική απεργία”, συμφωνούν.

Μάρτιος του 2018. Η φεμινιστική απεργία της 8ης Μαρτίου είναι ένας θρίαμβος. Κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει, τους προηγούμενους μήνες, τη δημόσια συζήτηση που θα τροφοδοτούσε. Η συμμετοχή ξεπέρασε κάθε αναμενόμενο όριο. Στην απεργία συμμετέχουν και πολλές ομάδες εργαζόμενων γυναικών, όπως δημοσιογράφοι, επαγγελματίες της εκπαίδευσης και της υγείας. Οι κινητοποιήσεις είναι μαζικές, όχι μόνο στις μεγαλύτερες πόλεις, αλλά σε κάθε ισπανική πόλη. Σε διεθνές επίπεδο, τα ΜΜΕ ασχολήθηκαν πολύ με αυτήν την ημέρα διαδηλώσεων που γέμισε τους δρόμους. Χιλιάδες κόσμου, κυρίως γυναίκες, κινητοποιήθηκαν. “Η 8η Μαρτίου είναι ήδη μια επιτυχία”, ήταν τα σχόλια την παραμονή της απεργίας.

Τον Μάιο του 2017, κανείς δεν είχε φανταστεί ότι η δυνατότητα κινητοποίησης, η οργανωτική δύναμη και ο ενθουσιασμός της φεμινιστικής απεργίας θα έφταναν τόσο μακριά. Χάρη στη φεμινιστική απεργία και σε αυτή την ιστορική 8η Μαρτίου, η Ισπανία θυμήθηκε το δημοκρατικό κίνημα της 15ης Μαϊου (15Μ), αλλά ο φετεινός μωβ Μάρτιος συμβολίζει ένα κίνημα πολύ πιο ιδεολογικό. Και πρέπει να τονιστεί ότι, χάρη σε αυτή την επιτυχία, το ίδιο το γεγονός της απεργίας ανακτάται και επανορίζεται ως εργαλείο πάλης. Μια απεργία που δεν περιορίζεται μόνο στον χώρο της εργασίας, αλλά μπορεί να εφαρμοστεί σε όλα τα πεδία της ζωής (μας). Στην ουσία, το κάλεσμα απευθυνόταν στις εργαζόμενες, τις σπουδάστριες και τις καταναλώτριες υπηρεσιών στον τομέα της φροντίδας.    

Έχουν πλέον περάσει εβδομάδες από την κινητοποίηση και δεν μπορούμε ακόμη να αποτιμήσουμε τα αποτελέσματά της σε εθνικό επίπεδο, να πούμε αν αυτή η απεργία μπορεί να αλλάξει το παράδειγμα. Στην Ισπανία, τα βλέματα έχουν στραφεί στην Ισλανδία όπου έγινε η πρώτη διεθνής γυναικεία απεργία, το 1975. Τέσσερα χρόνια μετά από εκείνη την απεργία του 1975, μια γυναίκα κέρδισε τις προεδρικές εκλογές της Ισλανδίας.

Πέρα από τις μακροπρόθεσμες συνέπειες, μπορούμε ήδη να προβλέψουμε κάποιες δυσκολίες στο εγγύς μέλλον, για να απαντήσουμε στην κύρια ερώτηση των φεμινιστριών: “Και τώρα, τι;”

Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι όλη αυτή η δυναμική της κινητοποίησης δεν θα ξεφτίσει. Όπως και σε κάθε άλλη μεγάλη κινητοποίηση, επόμενος στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός δικτύου και ενός κοινωνικού ιστού που θα αντέξουν στο χρόνο. Το φεμινιστικό κίνημα, δεν έσπασε μόνο τη μονοτονία των μεγάλων πόλεων, αλλά έφτασε σε κάθε μικρή πόλη της χώρας. Αυτό το δίκτυο των οργανωμένων γυναικών, που λειτούργησε χάρη στη δέσμευσή τους να δείξουν ότι συμμετέχουν στην απεργία, θα συνεχιστεί. 

Δεύτερος στόχος μπορεί να είναι η αντιμετώπιση του κινδύνου μιας ενδεχόμενης αντιφεμινιστικής αντίδρασης κατά της αφύπνισης αυτού του ισχυρού κινήματος. Η συζήτηση για την απεργία μπήκε στις περισσότερες οικογένειες της χώρας. Μπήκε στα σπίτια τους και αποτέλεσε θέμα στο οικογενειακό τους τραπέζι. Η συνέχιση της φεμινιστικής αφύπνισης έχει μεγάλη σημασία, γιατί το κίνημα αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο μιας έξαρσης του αντιφεμινισμού, τύπου Τραμπ. Ωστόσο, δεν πρόκειται για μια μάχη κατά των ανδρών, εφόσον θα επιφέρει τη βελτίωση των όρων ζωής όλων, και των γυναικών και των ανδρών.

Τέλος, ίσως η πιο μεγάλη δυσκολία αφορά την αντιπαράθεση για το νόημα της κινητοποίησης. Η απεργία κατέδειξε τουλάχιστον ένα πράγμα: την οικονομική διάσταση της έμφυλης καταπίεσης. Οι γυναίκες που συμμετείχαν, το έκαναν γιατί οι πολλαπλές ζωές τους, οι πολλαπλές εργασίες τους (και οι ορατές και οι αόρατες) δεν τους επιτρέπουν να διαθέτουν καθόλου χρόνο στον εαυτό τους. Γιατί τα εισοδήματά τους δεν καλύπτουν τις ανάγκες όλου του μήνα. Γιατί οι συντάξεις τους δεν επαρκούν γι’ αυτές και τα παιδιά τους, γιατί οι περικοπές στη δημόσια εκπαίδευση οδήγησαν σε υπεράριθμες τάξεις, ή γιατί θέλουν να μοιράζονται τις φροντίδες της οικογένειας με τους άνδρες. Οι γυναίκες που συμμετείχαν στην απεργία, το έκαναν για να φωνάξουν ότι ζουν μέσα στην εργασιακή επισφάλεια και τη φτώχεια, για να πουν ότι αυτό το οικονομικό σύστημα τις τρελλαίνει και δεν το επιθυμούν άλλο. 

Η Νάνσυ Φρέιζερ, στο βιβλίο της “Capitalism and the caretakers” (Ο καπιταλισμός και οι εργαζόμενες στον χώρο της φροντίδας), εξηγεί ότι το σημερινό καπιταλιστικό σύστημα δεν είναι συμβατό με τη ζωή, γιατί αφενός χρειάζεται την αναπαραγωγική εργασία των γυναικών, ταυτόχρονα όμως, την καταστρέφει. Γι’ αυτό, η αντίθεση ανάμεσα στην ανάγκη και την απόρριψη γεννά κρίσεις, σαν την κρίση των εργαζόμενων στο χώρο της φροντίδας, που αναγκάζει τις γυναίκες να φροντίζουν τα παιδιά των άλλων, ενώ την ίδια στιγμή, οι ίδιες δεν έχουν κανέναν για να φροντίσει τα δικά τους παιδιά, ή κατά την οποία η δική τους ασθένεια ή η ασθένεια ενός στενού συγγενή, προκαλεί τεράστιο πρόβλημα. Σύμφωνα με την Φρέιζερ, η δύναμη του φεμινισμού εξηγείται από το γεγονός ότι η κρίση που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενες στον τομέα των υπηρεσιών φροντίδας, αποτελεί μια από τις πιο ισχυρές αντιθέσεις του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος, με τεράστιο αντίκτυπο. Μια αντίθεση που εκδηλώνεται στο πεδίο της αναπαραγωγής, όπου η ζωή παράγεται και συντηρείται, και όπου ο καπιταλισμός χτυπά αλύπητα.

Με αυτή την έννοια, το δίδαγμα που πρέπει να εξαχθεί από αυτή τη φεμινιστική απεργία είναι ότι, όπως το οικονομικό σύστημα είναι σε διαρκή μετάλλαξη, έτσι συμβαίνει και με τις εντάσεις και τις συνέπειές του. Δεν αφορά μόνο τη μεταβίβαση των ευθυνών φροντίδας από τις λευκές γυναίκες, που εντάσσονται στην αγορά εργασίας, σε μετανάστριες εργαζόμενες. Στην απεργία των φεμινιστριών, ειπώθηκε ότι: “ζούμε όλες σε τόση επισφάλεια και γινόμαστε όλο και πιο φτωχές -τη στιγμή που η ζωή γίνεται όλο και πιο ακριβή- που δεν μπορούμε ούτε να πληρώνουμε μια άλλη γυναίκα για να προσέχει τις κόρες μας”.

Άρα, όταν μιλάμε για κρίση των εργαζόμενων γυναικών στις υπηρεσίες φροντίδας, δεν αναφερόμαστε μόνο στις γυναίκες που απασχολούνται στο χώρο των οικιακών, ή δεν απαιτούμε μόνο την ισότιμη κατανομή των υποχρεώσεων, ούτε μιλάμε μόνο για την αξία που θα έπρεπε να αποδίδεται σε τέτοιες δουλειές. Εννοούμε κυρίως ότι, για τη μεγάλη πλειοψηφία, οι όροι μιας αξιοπρεπούς ζωής απομακρύνονται κι άλλο. Γι’ αυτό και τα φεμινιστικά αιτήματα συναντούν τα αιτήματα των συνταξιούχων: γιατί, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ηλικιωμένες γυναίκες είναι εκείνες που προσφέρουν τη σύνταξη και το χρόνο τους για την φροντίδα της οικογένειας.

Οι φεμινίστριες ξέρουν τώρα, όπως ήξεραν και το Μάιο του 2017, ότι η καλύτερη απάντηση σε  όλα αυτά τα προβλήματα είναι ο φεμινισμός. Πρέπει να προωθήσουμε τη δημόσια συζήτηση που πυροδότησε η απεργία της 8ης Μαρτίου, σε κάθε επίπεδο: και στην καθημερινή μας ζωή, στις κοινωνικές και πολιτιστικές μας ανταλλαγές, και στις δημόσιες πολιτικές, στους δημόσιους πόρους και στη νομοθεσία. Το αίτημα έγινε κατανοητό και πρέπει να γίνει πραγματικότητα: η κοινωνία ζητά την αλλαγή και πρέπει να τη χτίσουμε μαζί.

Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου