• Η επισφαλειοποίηση της ζωής και της εργασίας και οι εναλλακτικές προοπτικές από τη σκοπιά της Βίβλου

  • 30 Jan 12 Posted under: Θεωρία
  • «’Ανήρ εν πόνοις πονεί εαυτώ» (Παροιμίες Σολομώντος 16, 26)


    Μια εξέταση των βιβλικών εννοιών της δικαιοσύνης και της ειρήνης και του κλίματος του νεοφιλελευθερισμού που έρχεται σε οξεία αντίθεση με αυτές ενθάρρυνε τα μέλη του Οικουμενικού Συμβουλίου των Εκκλησιών στην Αυστρία (ÖRKÖ) να εκδώσουν τη Δήλωση που περιγράφεται σ’ αυτό το άρθρο.  Η προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε για τη σύνταξή της ακολούθησε τα τρία βήματα της θεολογίας της απελευθέρωσης: “βλέπω – κρίνω – δρω”. Κατ’ αρχάς, ερευνήθηκαν η αντίληψη και η κοινωνική πρακτική των ενεργών ομάδων και οργανώσεων σε κοινότητες και ιδρύματα. Πάνω από 500 ισοβαρείς δηλώσεις είχαν δημοσιευτεί στη  Δήλωση Κοινωνικής Αποστολής 2001 και παραδόθηκαν στα κόμματα, στο κοινοβούλιο, στις Πανεπιστημιακές Σχολές και στα ΜΜΕ. Η ανατροφοδότηση και η συζήτηση που προέκυψε διασαφήνισε ποια θέματα θα έπρεπε να δημοσιευτούν στην τελική Δήλωση Κοινωνικής Αποστολής που δόθηκε στη δημοσιότητα το 2003.

    Τι διαμορφώνει τους ανθρώπους και τις βιογραφίες τους

    Κατά πρώτον, η Δήλωση θεωρείται ως αναλυτική τοποθέτηση και αυτοδέσμευση των εκκλησιών, αλλά καθορίζει συγκεκριμένα καθήκοντα και υποχρεώσεις για την κοινωνία και πολιτική. Ο κατάλογος των θεμάτων περιλαμβάνει τομείς της ζωής που θεμελιωδώς διέπουν και επηρεάζουν τις ανθρώπινες βιογραφίες: εκπαίδευση, ΜΜΕ, σχέσεις, φυσικό περιβάλλον, εργασία, οικονομία και κοινωνική ασφάλεια, ειρήνη με δικαιοσύνη, παγκόσμια δικαιοσύνη και μελλοντική βιωσιμότητα – ευθύνη για τη Δημιουργία. Η Δήλωση Κοινωνικής Αποστολής επιτρέπει στους Χριστιανούς να αναφέρονται σε αυτή και να επιδιώκουν να κερδίσουν υποστήριξη για τις πεποιθήσεις τους. Η εργασία, η οικονομία και η κοινωνική ασφάλεια θα πρέπει να βρίσκονται στην υπηρεσία της ζωής. Η μισθωτή εργασία αξιολογείται με διαφορετικό τρόπο καθώς οι γυναίκες αμείβονται ακόμη σε πολλές περιοχές κατά 30% λιγότερο από όσο οι άνδρες για την ίδια δουλειά. Η έννοια της εργασίας που ανάγεται στην μισθωτή εργασία προκαλείται και αμφισβητείται. (166).  Οι μορφές επισφαλούς εργασίας που αναφέρονται είναι ευέλικτες, μερικής απασχόλησης και ανιαρές δουλειές, ενοικίαση προσωρινής απασχόλησης σε τρίτους, συμβόλαια για εργασία και υπηρεσίες και ψευδοανεξάρτητη δουλειά που όλες τους υπάγονται στον όρο άτυπες εργασιακές σχέσεις (168) και επιδρούν δυσανάλογα στις γυναίκες και τους μετανάστες. Η άδεια μητρότητας σπάνια επιτρέπει στις γυναίκες να επιστρέψουν στην προηγούμενη εργασία τους. Οι μόνες μητέρες με παιδιά σπρώχνονται στον κατήφορο παρά το γεγονός ή μάλλον εξαιτίας του ότι παίρνουν επίδομα παιδιών. Όλοι σχεδόν οι άνθρωποι αυτοί ανήκουν στην κατηγορία των «εργαζόμενων φτωχών». Καθίσταται φανερό: η φτώχεια είναι γένους θηλυκού   και η φτώχεια σε αρρωσταίνει (170). Στην πιο πρόσφατη κοινωνική έκθεση της Εθνικής Τράπεζας της Αυστρίας ο αριθμός των ατόμων που είναι αναγκασμένοι να επιβιώνουν στο όριο της φτώχειας ή κάτω από αυτό είναι ήδη πολύ υψηλότερος από τον αριθμό που αναφέρεται στην Δήλωση Κοινωνικής Αποστολής. Στην Αυστρία σήμερα υπάρχουν 235/000 άτομα που ζουν σε σπίτια χτυπημένα από τη φτώχεια. Ο κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζόμενους μόνους γονείς διπλασιάστηκε ξεπερνώντας κατά 32% αυτόν του 1999.  Τα τρέχοντα στοιχεία που παρουσιάζονται στην κοινωνική έκθεση αποτελούν κίνητρο για την ενεργητική εφαρμογή του σλόγκαν «Από τη Δήλωση Κοινωνικής Αποστολής στην κοινωνική δράση». Οικονομία πρέπει να σημαίνει κάτι περισσότερο από αγορά (190) και οι πολιτικές αποφάσεις πρέπει να αποσκοπούν στο κοινό καλό και να αποτελούν αντίδραση στην άνιση κατανομή του εισοδήματος, της ιδιοκτησίας και των ευκαιριών συμμετοχής (191).
    Ως εκ τούτου, οι εκκλησίες θέλουν να αγωνιστούν για την πρόσθεση ενός ακόμη κριτηρίου σχετικού με τις αποφάσεις οικονομικής πολιτικής που να αντιπροσωπεύει την εικόνα της κοινωνίας, των φύλων και του περιβάλλοντος. Επίσης, αγωνίζονται για οργανωμένη στη βάση της αλληλεγγύης προστασία από βασικούς κινδύνους για τη ζωή και προτείνουν ένα δίχως όρους ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Προειδοποιούν εναντίον της εγκατάλειψης του συστήματος αναδιανομής υπέρ ενός ασφαλιστικού συστήματος που εξαρτάται από επενδύσεις στις αγορές κεφαλαίου και μετοχών (219). Οι εκκλησίες μιλούν υπέρ ενός ενεργού κράτους πρόνοιας, της διατίμησης των επιδομάτων νοσηλείας και τάσσονται υπέρ της εγγυημένης πρόσβασης σε όλες τις βασικές κοινωφελείς υπηρεσίες όπως η ύδρευση, οι ενεργειακές παροχές, η δημόσια συγκοινωνία, εκπαίδευση και υγειονομική περίθαλψη. Ξεκινώντας από την θεμελίωση που προσφέρει η Βίβλος, οι Χριστιανοί προσκαλούνται να βαδίσουν μαζί στο δρόμο από την Δήλωση Κοινωνικής Αποστολής στην κοινωνική δράση.  

    Μια παγκόσμια διεργασία

     Η οικουμενική Δήλωση Κοινωνικής Αποστολής των Εκκλησιών στην Αυστρία πρέπει να θεωρηθεί σε ευρύτερο πλαίσιο.  Αρχικά, ως οικουμένη θεωρείτο ο κατοικημένος κόσμος. Από την απαρχή κιόλας της ύπαρξής τους, οι χριστιανικές εκκλησίες είδαν τους εαυτούς τους ως μέρος μιας πνευματικής παγκοσμιοποίησης. Όμως, ήταν μόνο κατά τα τέλη του 19ου αιώνα που αναγνωρίστηκε η στενότητα του εθνικισμού και του θρησκευτικού δογματισμού.  Εκκλησίες Ορθόδοξου και Προτεσταντικού προσανατολισμού άρχισαν βαθμιαία να προσεγγίζουν άλλα διαφορετικά δόγματα και να συνομιλούν με αυτά –η ίδια η ρωμαιοκαθολική εκκλησία σε κάθε περίπτωση θεωρεί τον εαυτό της παγκόσμια εκκλησία-, μια διεργασία που το 1948 είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ) στο Άμστερνταμ με έδρα τη Γενεύη.  

    Στις μέρες μας, οι περισσότερες από τις εκκλησίες του Νότου αλλά και αυτές της ανατολικής Ευρώπης απαιτούν από τις εκκλησίες του Βορρά, με ολοένα και περισσότερη επιμονή, να μοιραστούν την άποψή τους και την εμπειρία τους και να αναγνωρίσουν την εμπλοκή τους σε συμπεριφορές και τρόπους ζωής αντίθετους με τη θέληση του Θεού. Σε πολυάριθμες δηλώσεις και ανακοινώσεις, η Παγκόσμια Λουθηρανική Ομοσπονδία (ΠΛΟ) και η Παγκόσμια Συμμαχία Μεταρρυθμισμένων Εκκλησιών (ΠΣΜΚ), η Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (ΟΕΚ) και το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (ΠΣΕ) κάλεσαν τις εκκλησίες μέλη τους να ενταχθούν στη διαδικασία. Στις πόλεις  Trondheim, Winnipeg το 2003, Accra το 2004 και Porto Alegre το 2006 διεξήχθησαν κρίσιμα φόρουμ συζήτησης για τις παγκόσμιες συμμαχίες. Στην Accra η Παγκόσμια Συμμαχία Μεταρρυθμισμένων Εκκλησιών έφτασε τόσο μακριά ώστε να διακηρύξει τη νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική ως ζήτημα πίστης. Αυτό σημαίνει ότι είναι ζήτημα πίστης από την οποία εμφορείται ολόκληρη η εκκλησία και δεν είναι ατομικό μέλημα. Στη Γερμανία κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του Εθνικοσοσιαλισμού η διαφωνούσα εκκλησία Bekennende Kirche υιοθέτησε τη δική της ομολογία πίστης – Διακήρυξη του Barmen – ως απάντηση σε αυτή την κατάσταση πραγμάτων.  Με αυτή τη διακήρυξη η εκκλησία έλεγε σαφέστατα στους Χριστιανούς ότι όσοι/ες δεν ακολουθούσαν τη διακήρυξη δεν θα μπορούσαν να είναι μέλη της. Το 1986, η Διακήρυξη του Barmen παρότρυνε τα μέλη ΠΣΜΚ να δημοσιεύσουν την αποκαλούμενη Ομολογία του Belhar  ως απάντηση στο καθεστώς του Απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Με αυτή οι υπογράφουσες εκκλησίες διακήρυξαν ότι το Απαρτχάιντ δεν ήταν επ’ ουδενί μόνο πολιτικό ή κοινωνικό πρόβλημα, αλλά ερχόταν σε αντίθεση με βασικά στοιχεία της Χριστιανικής Πίστης και, ως εκ τούτου, έπρεπε να κηρυχτεί ως αμαρτία. Στο Belhar, αυτή η διακήρυξη οδήγησε στον αποκλεισμό της Νοτιοαφρικανικής Μεταρρυθμισμένης Εκκλησίας από την Παγκόσμια Συμμαχία κι έτσι συνέβαλε στην υπέρβαση του συστήματος Απαρτχάιντ. 

    «Δεσμευόμαστε εκ νέου να ξανασκεφτούμε το ζήτημα της εξουσίας και της αυτοκρατορίας από βιβλική και θεολογική σκοπιά…,»– αυτά ήταν τα μάλλον απογοητευτικά λόγια με τα οποία τέλειωνε «η έκκληση για αγάπη και δράση» που υιοθέτησαν οι εκπρόσωποι των εκκλησιών οι οποίοι συγκεντρώθηκαν στην 9η συνέλευση του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών στο Πόρτο Αλέγκρε το 2006. Εκεί η εναρκτήρια εισήγηση για τις θέσεις ήταν το αναλυτικό κείμενο AGAPE («Εναλλακτική Παγκοσμιοποίηση για τους Λαούς και τη Γη») που υιοθετήθηκε στη Γενεύη το 2005 και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές αφού συζητήθηκε πολύ στις ομάδες βάσης των εκκλησιών.   Όμως, η συζήτηση σχετικά με τον όρο “αυτοκρατορία”, για παράδειγμα, στοίχισε στο ΠΣΕ τη συμπάθεια της ισχυρής Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας. Ακόμη και η πρώτη εγκύκλιος του Πάπα Βενέδικτου XVI χρησιμοποιεί τον όρο “Αγάπη” για να διαδώσει την απαιτούμενη αντίδραση στο σκάνδαλο του αποκλεισμού του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού της γης από το ευ ζην. Η πλέον πρόσφατη Παπική εγκύκλιος (δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο 2009) εστιάζεται στον όρο «Caritas». Για άλλη μια φορά γίνεται φανερό ότι οι θεσμοποιημένες εκκλησίες, έχοντας περιορισμένη ανεξαρτησία λόγω του σχετικού τους πλούτου και των διευθετήσεών τους με τις πολιτικές ηγεσίες, δεν είναι σε θέση να αναπτύξουν αποφασιστική αλληλεγγύη με τις αδελφές εκκλησίες των οποίων οι πόροι και η επιρροή είναι περιορισμένοι. Εν τέλει, αυτό που μένει είναι οι αναλύσεις, οι εκκλήσεις και η πληθωρική χρήση του όρου «αγάπη». Πουθενά δεν πάρθηκε μια ομόφωνη απόφαση ούτε έγινε μια ομόθυμη προσπάθεια να βρεθεί ένας τρόπος να αλλάξει η σκανδαλώδης διαίρεση του κόσμου.

    Η Βίβλος ως πηγή της πίστης.

    Αν ξεκινήσετε να διαβάζετε τη Βίβλο, από φιλολογικό ενδιαφέρον, μπορεί να ενδιαφερθείτε να πάτε πιο βαθιά και να βρεθείτε να εξετάζετε τα κείμενα σε σχέση με το ερώτημα περί Θεού. Η πίστη αποδίδει τη μέγιστη δυνατή εξουσία στον Θεό. Εκεί, όμως, βρίσκεται επίσης ο κίνδυνος της συγκάλυψης τεράστιας ιδιοτέλειας «στο όνομα του Θεού»: υπάρχουν κείμενα που ρητώς θέλουν να δικαιολογήσουν την κυριαρχία ανθρώπου επί ανθρώπου. Το θέμα, επομένως, είναι η διαφοροποίηση. Εδώ θα ήταν χρήσιμο το έργο του Μπέρτολντ Μπρεχτ «Απορίες ενός εργάτη που διαβάζει» (“Questions of a Reading Worker”) .  “Ο Καίσαρας νίκησε τους Γαλάτες. Δεν είχε τουλάχιστον ένα μάγειρα μαζί του;” Στη Βίβλο οι μάγειρες, πράγματι, καταφέρνουν να μιλήσουν. Η κοινωνικο-ιστορική ερμηνεία προσπεράστηκε σε μεγάλο βαθμό από τους θεολόγους που πάνω απ’ όλα ενδιαφέρονται για τις δογματικές κρίσεις. Εάν προσπαθήσετε να συνδέσετε τα οικονομικά ζητήματα με αυτά τα πλαίσια, η συζήτηση θα απορρίπτεται συχνά με αναφορά στο πόσο ιδιαίτερες ήταν οι κοινωνιακές σχέσεις την εποχή εκείνη:  αγροτικά και δουλοκτητικά οικονομικά συστήματα πατριαρχικού χαρακτήρα. Αυτό, όμως, σημαίνει ότι οι βιβλικές αναφορές είναι ουτοπικές  ή ακόμη πιο πολύ φανταστικές και ιδεατές;  Προφανώς, η ουτοπία παίζει ρόλο, όταν ο Θεός παρατάσσεται με τους καταπιεσμένους και τους ταπεινούς ανθρώπους. Αυτή ακριβώς, όμως, η  αφοσίωση του Θεού σ’ αυτούς που βρίσκονται στον πάτο θα είναι η βάση της πίστης: για τον Ιουδαϊσμό η ιστορία της Εξόδου είναι ένα κείμενο που θυμίζει αυτή την αφοσίωση, η μετενσάρκωση του Θεού στον Ιησού της Ναζαρέτ, όπως υποστηρίζουν οι Χριστιανοί, τονίζει αυτή την αφοσίωση, αυτό  το “inter-esse”, τον Θεό που είναι «ανάμεσά τους» στα βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης. Ως εκ τούτο, μια θεολογία που διαχωρίζει αυτή την όψη από την έννοια της παντοδυναμίας του είναι έντονα αμφισβητήσιμη.» 
    Ήδη το γεγονός ότι τα βιβλικά κείμενα αναφέρονται σε μια κοινωνία με δουλοκτητική δομή φαίνεται να σημαίνει ότι τους αποδίδουν ένα κοινωνικό-ιστορικό χώρο. Η σύλληψη του Θεού ορίζεται αρνητικά σε σχέση με την δουλεία, δηλαδή ως απελευθέρωση από τη δουλεία. Ο ρόλος του Θεού στην ιστορία της Εξόδου από την Αίγυπτο, τη «φυλακή των δούλων», περιγράφεται οριστικά ως ρόλος απελευθέρωσης και αγάπης. Η κλιμάκωση της Εξόδου είναι η Διαθήκη του Θεού με το λαό του Σινά που σφραγίστηκε με τη δωρεά του Τορά  (για την ακρίβεια, “οδηγία”) – ένα σύνολο νόμων. Το Τορά είναι η Αγία Γραφή του Ιουδαϊσμού κι έχει γίνει μέρος του Κανονικού Κειμένου και της Χριστιανοσύνης.  Στην πρώτη εντολή του συμβολαίου, ο Θεός δεσμεύεται για άλλη μια φορά να οδηγήσει στην απελευθέρωση του λαού του: «Είμαι ο Γιαχβέ, ο Θεός σας, γιατί σας οδήγησα μακριά από τη φυλακή των δούλων της γης της Αιγύπτου.»”  Οι Δέκα Εντολές παρουσιάζουν το ζήτημα της εργασίας με την έννοια της Βίβλου: οι Ισραηλίτες δεν θα εργάζονται για άλλους Θεούς.   Στην εντολή για μια ημέρα ανάπαυσης (Σάββατο) ανοίγει με τρόπο ριζοσπαστικό ένας κοινός χώρος που είναι ελεύθερος από δουλειά. Οι διάφοροι λόγοι για τους οποίους έγινε αυτό –στο Δευτερονόμιο 5,15 για άλλη μια φορά το μοτίβο της απελευθέρωσης, στην Έξοδο 20, 9-11 η ανάπαυση του Θεού μετά τη Δημιουργία-συνδέουν την Θεολογία της Απελευθέρωσης και τη Θεολογία της Δημιουργίας. 
    Άρα ο Θεός εργάζεται και αυτός. Θεωρητικά, αυτή η ιδέα συνδέει την εργασία/δουλειά με ένα δημιουργικό παραγωγικό στοιχείο. Η ανάπαυση του Θεού, στην οποία θέλει να συμπεριληφθούν και οι άνθρωποι,  είναι συμπλήρωμα της εργασίας/δουλειάς και όχι το αντίθετό της. Αντίθετα με το ιδεώδες της σχόλης στον αρχαίο κόσμο, ο σκοπός των βιβλικών ρήσεων δεν είναι η απελευθέρωση από την εργασία/δουλειά αλλά από την υποχρεωτική δουλειά.
    Το Τορά διατυπώνει νόμους γενικού χαρακτήρα για την κοινωνία και την οικονομία που σκιαγραφούν τη θέληση του Θεού αναφορικά με μια ζωή εν ελευθερία και καθιστά δυνατή την απόλαυση από τον άνθρωπο των καρπών της εργασίας του. (Ησαΐας  65, 17.).
    Ο οικονομικός νόμος εμποδίζει την πτώχευση των επερχόμενων γενεών  και θέλει να εμποδίσει την αρπαγή από άλλους της ανθρώπινης εργασίας και των καρπών της. Τα απαιτούμενα μέτρα κατευθύνονται εναντίον μιας πραγματικότητας όπου η εκμετάλλευση είναι ο κανόνας – τότε όπως και τώρα.  Οι Εντολές είναι, τρόπος του λέγειν, υπογεγραμμένες με το όνομα του Θεού, με την επιπρόσθετη φράση «ο οποίος σας οδήγησε μακριά από τον οίκο της δουλείας της Αιγύπτου». Η Εντολή για την προστασία του ξένου προσθέτει: «να θυμάσαι ότι ήσουν ξένος στην Αίγυπτο». Η μνήμη καθίσταται παιδαγωγικό μοντέλο για την ενίσχυση της εμπαθητικής ικανότητας του ανθρώπου που είναι η προϋπόθεση για την αλληλεγγύη. Όλες αυτές οι εντολές αποσκοπούν στη διευκόλυνση του αυτοπροσδιορισμού στη ζωή και στην προστασία των ανθρώπων από την κατάχρηση της εξουσίας. Η ομάδα που βρίσκονταν στον υψηλότερο βαθμό κινδύνου ήταν «οι χήρες, τα ορφανά και οι ξένοι» που ήταν άνθρωποι ιδιαίτερα ευάλωτοι δίχως να έχουν καν την προστασία της εκτεταμένης οικογένειας σε ένα σύστημα αδικίας. «Ευάλωτοι άνθρωποι» είναι επίσης ο όρος που χρησιμοποιεί σήμερα η UNICEF . Στο όνομα του Θεού πολλά νομικά κείμενα τους χορηγούν ιδιαίτερα προνόμια: οι Νόμοι για τους Φτωχούς του Τορά εγγυόταν την επιβίωση μέσω πληρωμών από τη φορολογία της δεκάτης (Δευτερονόμιο 14, 28) που συλλεγόταν σε ένα κουτί στο οποίο έπρεπε όλοι να συνεισφέρουν. Το 10% είναι υψηλός φόρος. Η ATTAC θα ήταν ευτυχισμένη με έναν φόρο Tobin 0,5% για να αντιμετωπίσει την πείνα στη γη. Το δικαίωμα της συλλογής των σιτηρών από τα χωράφια, των ελιών από του ελαιώνες και των καρπών των αμπελώνων πρόσφερε ένα είδος ‘επίκτητου’ βασικού εισοδήματος (Δευτερονόμιο 24, 20-22). Ένας άλλος τρόπος προστασίας των ζωτικών συμφερόντων ήταν η εμπράγματη ασφάλεια: το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αποφάσιζε ο /η ίδιος/α τι θα μπορούσε να στερηθεί. Επιπλέον, απαγορευόταν ειδικά η ενεχυρίαση της μυλόπετρας ή του πανωφοριού.  Αυτές οι μέριμνες καθιστούν σαφές ότι οι αποφάσεις δεν παίρνονταν από πάνω προς τα κάτω αλλά ότι οι νόμοι διατυπώνονταν προς όφελος των μη προνομιούχων περιορίζοντας την πλεονεξία των προνομιούχων.  Ο Θεός παίρνει το μέρος τους – όχι για να παρηγορήσει τους μη προνομιούχους με ένα καλό επέκεινα, όπως το εμφάνιζαν συχνά στη χριστιανική θρησκευτική ιστορία, αλλά- για δεθεί με το ζήτημα των αιτιών της φτώχειας που πρέπει να αναζητηθούν και να βρεθούν στο εδώ και τώρα. Στη Βίβλο, η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι μια κατηγορία ξεχωριστή από τη σχέση με τον Θεό˙ αντιθέτως, δεν υπάρχει τέτοια σχέση δίχως το νόμο και δίχως την κοινωνική δικαιοσύνη.     

    “Justitia” και “shalom”

    Αυτή είναι επίσης η σημασία της κριτικής των Προφητών στην κοινωνία και στην κουλτούρα. Στη Βίβλο, η δικαιοσύνη είναι κεντρική ιδέα αλλά έρχεται σε οξεία αντίθεση με την αρχαία αντίληψη για την “justitia”, την αλληγορική παρουσίαση που απονέμει «δικαιοσύνη» με δεμένα τα μάτια, ζυγό και σπαθί προφανώς για όλους ανεξαρτήτως της κοινωνικής θέσης του καθενός.    Η Βίβλος αρνείται την Αριστοτελική ρήση «στον καθένα αυτό που του ανήκει» , που αποδίδει τα δικαιώματα σύμφωνα με τα επιτεύγματα και τις αρετές. Το ακριβές αντίθετο της “justitia” στη Βίβλο είναι η  «ειρήνη» (“shalom”), που δεν σημαίνει μόνο απουσία πολέμου αλλά «ικανοποίηση» με την έννοια του «στον καθένα και στην καθεμία ανάλογα με τις ανάγκες του/της». Είναι ακριβώς αυτή η σπουδαιότητα και η σημασία που δίνεται στην ελεύθερη ανάπτυξη της ανθρώπινης ζωής, που είναι η ουσία του ορισμού που έδωσε για την δομική βία ο  Johan Galtung. «Η βία είναι παρούσα όταν τα ανθρώπινα όντα επηρεάζονται κατά τέτοιο τρόπο που η πραγματική φυσική και διανοητική πραγμάτωσή τους να είναι κατώτερη από τις δυνητικές δυνατότητές τους».
    «Στον καθένα και στην καθεμία ανάλογα με τις ανάγκες του/της»: αυτό είναι το θέμα πολυάριθμων μύθων της Βίβλου για την παροχή τροφής, το πρότυπο για τους οποίους είναι ο μύθος του «μάννα» στο 16ο εδάφιο της Εξόδου, δηλαδή επάρκεια τροφής στην έρημο.  Το «ψωμί» τρέφει το λαό της ερήμου. Υπάρχει άφθονο και να φάει κανείς του σκασμού. Για την Ισραηλίτικη κοινωνία της σιτοδείας αυτό σημαίνει στοιχειώδης ευτυχία. Μόνο σε μια κοινωνία της αφθονίας το «έχει κανείς αρκετά και πολλά»  θα μπορούσε να χρησιμοποιείται υποτιμητικά: αρκετά από αυτό, μπούχτισα μ’ αυτό … Η Βίβλος μας υπενθυμίζει ότι είναι δυνατό να ζήσεις μια πλήρη ζωή και να πεθάνεις καταξιωμένος έχοντας ζήσει ικανοποιημένος. Αυτό που απαγορεύεται είναι να συσσωρεύεις αποθέματα. Έτσι αυτό για το οποίο γίνεται λόγος είναι το σοσιαλιστικό ψωμί και σε κάθε περίπτωση για το δημοκρατικό ψωμί.  Το δικαίωμα να έχει αρκετά για τις προσωπικές ανάγκες σου είναι κάτι παραπάνω από την αρχή της ισότητας στον φορολογικό νόμο – παραπάνω από την αρχή της διανεμητικής δικαιοσύνης στην τρέχουσα οικονομική λογική: αντανακλά την πραγματικότητα της καλοσύνης του Θεού, είναι η πρακτική του νόμου του ελέους του Τορά.  Όμοια με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, η Βίβλος θεωρεί δεδομένο ότι υπάρχουν αρκετά για όλους τους ανθρώπους και αντιλαμβάνεται τους λόγους της ύπαρξης της φτώχειας: η παράκαμψη ή παράβαση του νόμου, η λογική του λόμπυ, η διαφθορά, η εκμετάλλευση, η καταπίεση, η καταστολή ή ακόμα και ο φόνος.

    Εργασία και κεφάλαιο στον αρχαίο κόσμο

    Η πλειονότητα του πληθυσμού ζούσε από την αγροτική εργασία που εκτελείτο από χωρικούς και χαρακτηριζόταν από αμοιβαιότητα και αυτοσυντήρηση. Παρήγαγαν όσα χρειάζονταν για την ημερήσια συντήρησή τους. Ο μόνος τρόπος να αποκτήσει κανείς μεγάλα κτήματα ήταν να τα κατασχέσει από τους χωρικούς.  Οι κοινωνικά ανώτεροι μπορούσαν να το πετύχουν αυτό μόνο αν δεν υπάκουαν στο Τορά. Έτσι κατάφερε το 2% περίπου του πληθυσμού να ελέγχει το 50% του συνολικού πλούτου. Σήμερα, παρόμοιες σχέσεις ιδιοκτησίας δεν απαντώνται μόνο στις χώρες του αποκαλούμενου «Τρίτου Κόσμου» αλλά και στις έντονα εκβιομηχανισμένες χώρες. Η κοινωνική πυραμίδα με την συγκέντρωση της εξουσίας και της ιδιοκτησίας σε ολίγους και στην πελατεία τους και την ολοένα και διευρυνόμενη βάση των σε απόλυτη φτώχεια ευρισκόμενων στον πάτο ανθρώπων ήταν στις Βιβλικές εποχές ίδια με τη σημερινή.

    Για τους περισσότερους ανθρώπους, δουλειά σήμαινε ξεπλήρωμα χρεών και εργασία για άλλους. Έτσι, δημιούργησαν μια φτηνή ανθρώπινη μάζα που ήταν εύκολα χειραγωγήσιμη. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η επιβάρυνση με χρέη οδηγούσε στη δουλεία λόγω χρεών. Προτού ένας άνδρας εξαναγκαστεί να πουληθεί ο ίδιος ως δούλος, πωλούσε συχνά τη γυναίκα του και τα παιδιά τους. Οι δούλοι –σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας- χρησιμοποιούντο σε πολλές και διαφορετικές δουλειές: σκληρή σωματική εργασία, με χειρότερη όλων τη δουλειά στα ορυχεία. Χρησιμοποιούνταν επίσης ως σεξουαλικά αντικείμενα. Η σεξουαλική δουλεία και η παιδική κακοποίηση δεν ήταν η εξαίρεση αλλά ο κανόνας. Για τους δούλους υπήρχαν ορισμένες προνομιούχες δουλειές: νομικοί σύμβουλοι, δάσκαλοι, γραφιάδες κ.ά. Παρ’ όλα αυτά, είχαν ελάχιστα ή καθόλου δικαιώματα και δεν εθεωρούντο πρόσωπα/υποκείμενα βάσει του νόμου αλλά αντικείμενα. Η αγορά δούλων εφοδιαζόταν από τη Γερμανία και την Αιθιοπία, μεταξύ άλλων χωρών, κυρίως με αιχμαλώτους πολέμου –άνδρες και γυναίκες, εγκαταλελειμμένα παιδιά και θύματα απαγωγών. Ως πρόσωπα, οι δούλοι δεν απολάμβαναν δικαιώματα ή προστασίες. Παρ’ όλα αυτά, το συμφέρον των ιδιοκτητών τους απαιτούσε την διατήρηση της εργατικής δύναμής τους. Πάνω απ’ όλα, αποτελούσαν πολύτιμες επενδύσεις και, ως εκ τούτου, μπορούσαν να υπολογίζουν σε στέγαση, φαγητό και ένδυση.
    Όπως και σήμερα, τα κριτήρια κοινωνικής διαστρωμάτωσης ήταν η ιδιοκτησία, το εισόδημα και το επίπεδο συντήρησης.  Η κατοχή αγαθών εκτιμιόταν δεόντως˙ όχι όμως η αγροτική εργασία. Η χειρωνακτική εργασία και οι δεξιότητές της –ακόμα και αυτές των καλλιτεχνών-   δεν αποτελούσαν προσόντα ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας. Το πιο εκπληκτικό ήταν ότι ο ίδιος ο Θεός συχνά αναπαριστάται ως τεχνίτης, αγγειοπλάστης, υφαντής, τουβλάς, μεταλλεργάτης ή αμπελουργός. 

    Έμποροι, τεχνίτες και ορισμένοι μικροί αγρότες ζούσαν σε σχετική φτώχεια. Οι λατινικές λέξεις για τον «φτωχό», όπως “pauper”, “egens”, “miser” ή “humilis” δεν αναφέρονται μόνο στα εξαθλιωμένα και πάμπτωχα άτομα και στους ζητιάνους αλλά και σε ευρισκόμενους σε κάπως καλύτερη θέση τεχνίτες και πωλητές, οι οποίοι ήταν αναμφίβολα φτωχοί συγκρινόμενοι με τις πλούσιες ιδιοκτήτριες τάξεις.
    Οι συνθήκες διαβίωσης των ελεύθερων μισθωτών, των αποκαλούμενων  «μεροκαματιάρηδων» ήταν οι σκληρότερες. Σε αυτό το κοινωνικό στρώμα ανήκαν οι γυναίκες και ορισμένες φορές και τα παιδιά. Με  μεγάλη δυσκολία θα έλεγαν ότι κατέχουν κάτι και αναλάμβαναν έναντι ενός συμφωνημένου μισθού να κάνουν οποιαδήποτε σωματική εργασία. Όπως και σήμερα, οι γυναίκες ήταν οι πιο εκτεθειμένες στους κινδύνους της ζωής.  Εκτός από τη φροντίδα του νοικοκυριού και την ανατροφή των παιδιών, εργάζονταν επίσης σε μικρά χωράφια, και σε εργαστήρια τεχνιτών, όταν ‘όμως δεν αποτελούσαν μέλη μιας οικογένειας κυριαρχούμενης από τον σύζυγο τότε το μόνο που τους έμενε ήταν η ζητιανιά και η πορνεία. Σύμφωνα με τις πηγές, οι τιμές που πλήρωναν για της υπηρεσίες μίας πόρνης ήταν εξαιρετικά χαμηλές: ένα τέταρτο του δηναρίου. Από αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι θα πρέπει να υπήρχαν πάρα πολλές πόρνες.
    Τα οικονομικά δόγματα του αρχαίου κόσμου απευθύνονται στους γαιοκτήμονες που σπάνια ζούσαν στα κτήματά τους αλλά προτιμούσαν την πιο πολυτελή ζωή στις πόλεις. Στο έργο του  «Αγροτικά» (“res rusticae”), ο Βάρρων (Varro 116-27 π.Χ.) συνιστά στους γαιοκτήμονες «όταν βρίσκεται σε κακές περιοχές η γη τους, να έχουν μεροκαματιάρηδες να τη δουλεύουν, επειδή είναι πιο προσοδοφόρο από το να έχεις δούλους για αυτή τη δουλειά˙ ακόμη και σε καλύτερες περιοχές είναι πιο προσοδοφόρο οι μεροκαματιάρηδες  να εκτελούν τη σκληρή εργασία στους αγρούς, όπως η συγκομιδή του καρπού, το μάζεμα των σταφυλιών ή άλλη δουλειά θερισμού».  Ο Κάτωνας (234-149 π.Χ.) πρότεινε να μην απασχολείται ένας μεροκαματιάρης παραπάνω από μία ημέρα; επειδή η εικαζόμενη κακή διατροφική κατάσταση θα εξασθενίζει τον μεροκαματιάρη μετά από μια ημέρα σκληρής δουλειάς που δεν θα μπορεί πια να χρησιμοποιηθεί αποδοτικά.   Η συνηθισμένη αμοιβή του ενός δηναρίου επαρκούσε να τραφεί για μία ημέρα μια οικογένεια 4-5 μελών.  Αφού οι μεροκαματιάρηδες που προσλαμβάνονταν συνήθως εύρισκαν δουλειά μόνο με το κομμάτι –κατά τις περιόδου του θερισμού και των κατασκευαστικών έργων- η επιβίωση ήταν πολύ επισφαλής. Υποτίθεται ότι έπρεπε να ανεχθούν την ευελιξία και την κινητικότητα που προκαλούσε τη διάλυση του κοινωνικού περιβάλλοντός τους οικογένεια, χωριό, κοινότητα. Η οδηγία να πληρώνονται οι μισθωτοί την ημέρα της εργασία τους (Δευτερονόμιο 24, 14f) αποσκοπούσε να αποτελέσει αντίδραση στην προφανώς καθιερωμένη πρακτική των εργοδοτών. Η σκληρή πραγματικότητα της ζωής των μεροκαματιάρηδων θίγεται σε μια από τις παραβολές του Ιησού όπου την αντιπαραθέτει στο βασίλειο του Θεού: ακόμα και στο τέλος της ημέρας άνδρες ξεπουλιούνται για δουλειά στην πλατεία της αγοράς ελπίζοντας να απασχοληθούν μία ώρα και να πάρουν τον ίδιο μισθό όπως και οι μακρόχρονοι εργάτες.         . (Κατά Ματθαίον 20, 1-16). Αυτό και το γεγονός ότι ο ιδιοκτήτης του αμπελώνα ενεργεί κάπως γενναιόδωρα είναι οι ασυνήθιστες όψεις της παραβολής. Οι μακρόχρονοι εργάτες διαμαρτύρονται ενάντια στην προς τα κάτω εξίσωσή τους κατ’ αυτό τον τρόπο (στίχος 12). Η παραβολή υποστηρίζει την υπόθεση της αλληλεγγύης και θέλει να εμποδίσει τα ιεραρχικά προνόμια. Η προσφυγή στην ευεργετική αγάπη του Θεού προϋποθέτει τη συμμετοχή σε μια κοινότητα αλληλεγγύης χωρίς ζήλεια.  Πόσο καταστροφικές είναι, ακόμα και θανάσιμες, η ζήλια και ο εγωισμός – αυτό είναι εναντίον οποίου μάς προειδοποιεί το διάσημο κείμενο για τον Κάιν και τον Άβελ, ένα κείμενο που στη Βίβλο βρίσκεται στην αρχή της ιστορίας της ανθρωπότητας.

     

    ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ; ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ



Related articles